Το Ελληνικό (?) πρωινό...


Ταξιδεύουμε για να γνωρίσουμε νέους τόπους. Να δούμε κάτι διαφορετικό.
Είναι, ή θα έπρεπε να είναι, προφανές, ότι ένας από τους πιο πρόσφορους και συνάμα ευχάριστους τρόπους να γνωρίσεις έναν τόπο, είναι να έρθεις σε επαφή με τη γαστρονομία του.
Όχι μόνο για να πιάσουν τόπο τα έξοδα του ταξιδιού, αλλά και για να αποκτήσει ουσία η εμπειρία. Δεν περιμένεις τον τόπο να προσαρμοστεί σε σένα, αλλά το αντίθετο και σε αυτό είσαι, έστω και υποσυνείδητα, δεκτικός από την αρχή.
Έστω και αν δεν το εκφράζεις με τρόπο συντεταγμένο, στη συντριπτική πλειοψηφία η ιδιότητα του ταξιδιώτη σε παρακινεί να προσαρμόζεσαι με ευχαρίστηση προσεγγίζοντας γαστρονομικά τον τόπο που επισκέπτεσαι. Σ’ αυτό βοηθά σημαντικά ότι παρά την ευκολία πρόσβασης σε αγαθά από όλο τον κόσμο από την καρέκλα σου, η αίσθηση είναι ότι στον τόπο τους είναι αλλιώς. Και πράγματι είναι. Κρασάκι με τυριά στη Γαλλία, πολλά μικρά street food γεύματα στην Άπω Ανατολή, δαιμονικά καυτερά στην Ινδία, μακαρόνια στην Ιταλία, tagine στο Μαρόκο, σολομό στη Νορβηγία, ουζάκια με μεζέ στην Ελλάδα και πάει λέγοντας.
Στις διακοπές, δεν τρως αυτό που έτρωγες, ούτε ακριβώς τις ώρες που έτρωγες, ούτε με τον ίδιο τρόπο, γιατί απλούστατα, αν όλα αυτά συνέβαιναν, θα ήσουν σπίτι σου και όχι ταξίδι.
Μαζί με τις αποσκευές σου, κουβαλάς και τις συνήθειές σου, μια από τις οποίες είναι και αυτή της διατροφής σου. Η διατροφική μάλιστα συνήθεια, διαμορφωμένη από μια σειρά παραμέτρων σε καθημερινή βάση, διαφορετική για τον καθένα μας, είναι η πιο μετρήσιμη και δεκτική επεξεργασίας από όλες μας τις συνήθειες και αυτό δεν μπορεί να περνά απαρατήρητο από όσους ασχολούνται με το αντικείμενο επαγγελματικά ή σε θεσμικό επίπεδο.
Κάθε ένας από εμάς, για παράδειγμα,  στο πλαίσιο της συνήθειάς του, στην κατά περιόδους καθημερινότητά του, όπως αυτή διαμορφώνεται, καταναλώνει ένα περίπου σταθερό αριθμό θερμίδων την ημέρα, σε ένα περίπου σταθερό χρονικό πλαίσιο, τις οποίες μάλιστα κατανέμει με έναν περίπου σταθερό τρόπο και σκεπτικό. 
Όλα αυτά συμβαίνουν και με τους τουρίστες που θα επισκεφθούν τη χώρα μας βεβαίως.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ένας μέσος άνθρωπος καταναλώνει την ημέρα περίπου 2.500 θερμίδες και ότι είναι Έλληνας. Σε καμία περίπτωση ιστορικά δεν θα ξόδευε τον μεγαλύτερο όγκο των θερμίδων αυτών στο πρωινό του, αλλά θα έφτιαχνε μια πραγματικότητα με άξονα ότι το κύριο γεύμα του θα ήταν το μεσημεριανό, δευτερευόντως το βραδινό και τελευταίο το σημαντικό κατά τις συνήθειες κάποιων άλλων λαών πρωινό.
Έτσι έχει δομηθεί, καλώς ή κακώς, όλη η μέχρι στιγμής γαστρονομική μας ταυτότητα. Οι παραδόσεις, οι συνταγές, τα ήθη, τα έθιμα , όλα συντρέχουν στην άποψη αυτή και πάνω από αυτά η πραγματική μας καθημερινότητα.
Στη χώρα μας, όμως, όλα περνούν από το ένα άκρο στο άλλο με ιλιγγιώδη ταχύτητα και τελικά περισσεύει η προχειρότητα και ο ερασιτεχνισμός.
Έτσι, μια όμορφη ιδέα, αυτή του "ελληνικού πρωινού", πήρε το στραβό το δρόμο και καταλήγει, πολλές φορές, ζημιογόνα.
Προφανώς και είναι απαράδεκτο να μην προβάλεις τα τοπικά προϊόντα και, σε μια χώρα που είναι γαστρονομικός παράδεισος, χάριν ανώφελης τελικά οικονομίας, να σερβίρεις αηδίες στους φιλοξενούμενους τουρίστες και κακής ποιότητας πρωινό.
Προφανώς και οφείλει ο ξενοδοχειακός κλάδος να προβληματιστεί συλλογικά και η πολιτεία να βοηθήσει, ώστε οι Έλληνες παραγωγοί και τα τοπικά προϊόντα να διώξουν τα υπόλοιπα και το πρωινό που θα απολαμβάνει κάποιος να είναι ελληνικό. Είναι αυτονόητο.
Αυτό που δεν είναι αυτονόητο είναι γιατί πρέπει να περάσουμε στην υπερβολή και να ταΐζουμε τους φιλοξενούμενους τουρίστες μας πάνω από 1500 θερμίδες στην καθισιά, με χίλια δυο καλούδια του τόπου, παρακολουθώντας έτσι τις δικές τους συνήθειες και όχι τις δικές μας, γιατί εμείς δεν θα τα τρώγαμε για πρωινό σε αυτή την έκταση ποτέ.
Εμείς θα πηγαίναμε για ουζάκι και το μεσημέρι θα τρώγαμε φαγάκια. 
Δεν θα ήμασταν σκασμένοι, μέσα στη ζέστη, με το καλημέρα σας. Αυτούς γιατί να τους μπουκώσουμε; Αν έμεναν σπίτι μας και ζούσαν μαζί μας, αυτό θα συνέβαινε άραγε ;
Επιπρόσθετα, αν δεν υπερβάλαμε στο πρωινό, θα δίναμε δουλειά σε ένα σωρό επιχειρήσεις, έδαφος σε πρωτοβουλίες γύρω από την ελληνική μαγειρική και δεν θα καταλήγαμε να τρώει η πλειοψηφία μια χωριάτικη ή ένα φρούτο και το βράδυ ένα γύρο της κακιάς ώρας.
Πώς να πουληθεί η Ελληνική Κουζίνα, τα υπέροχα καλοκαιρινά μας φαγητά, τα εξαιρετικά μας θαλασσινά, στις σωστές τιμές και με σωστό τρόπο, όταν εμείς οι ίδιοι με χίλιες δυο λανθασμένες επιλογές μας τα μποϊκοτάρουμε, εκ των οποίων μία και αυτή με την νεόκοπη πρωινό - υπερβολή ;  
Τι ακριβώς μεταλαμπαδεύει όλο αυτό στο μυαλό του τουρίστα που αποτελεί την αυριανή μας πραγματική διαφήμιση και ποια η σχέση του με όλο αυτό που χάνεται από όσα δεν θα γνωρίσει ποτέ;
Κατηγορίες ολόκληρες από τη διατροφή μας μένουν κρυφές εξαιτίας αυτής της υπερβολής, παρά το ότι περιέχουν πολύ περισσότερη Ελλάδα από ένα βάζο χειροποίητη μαρμελάδα φράουλα ή δυο αυγά, πού έτσι κι αλλιώς το έχει - αντίστοιχο, αν όχι καλύτερο - και στον τόπο της, η πλειοψηφία.
Τι έχει να πει κανείς για το ελληνικό πρωινό που να έχει πραγματικό ενδιαφέρον; Πολύ λίγα νομίζω σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα.
Καλώς δαπανήθηκε χρήμα και καταναλώθηκε χρόνος να ευαισθητοποιηθεί ο εμπλεκόμενος κλάδος και μακάρι να θεσμοθετούνταν με τρόπο υποχρεωτικό η ποσόστωση Ελληνικών προϊόντων στο πρωινό.
Το γεύμα αυτό δεν μπορείς να το βγάλεις εκτός.
Πρέπει να υπηρετηθεί σωστά.
Με μέτρο όμως και χωρίς να μας διαφεύγει ότι αλλού είναι η ουσία και εκεί δεν γίνεται τίποτα.
Τίποτα για να προβάλλουμε με οργανωμένο τρόπο - πλην Κρήτης - αυτό που είμαστε, αυτό που αποτελεί τον τρόπο, τη ζωή, την καθημερινότητά μας.
Αυτό δηλαδή που πληρώνουν για να γνωρίσουν, όταν αποφασίζουν να έρθουν διακοπές στην Ελλάδα, όλοι οι, πολλές φορές, μπουχτισμένοι από το πρωινό φιλοξενούμενοί μας και που είναι πολύ, πολύ ωραίο.
Ουζάκια, φαγάκια, προσφάγια και όλα τα λοιπά της πραγματικής μας γαστρονομικής φαρέτρας, προσφέρουν πολύ περισσότερο έδαφος δημιουργίας για τους επαγγελματίες, πολύ μεγαλύτερη οικονομική ωφέλεια για όλο τον τόπο - και όχι μόνον για το ξενοδοχείο - και πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο της προσοχής όλων μας, γιατί είναι ουσιαστική εμπειρία και δεν πρέπει να χάνεται.
Όλοι είμαστε σε θέση να βοηθήσουμε σε αυτό.
Γιατί με τον τρόπο μας όλοι είμαστε οικοδεσπότες.
Μεταξύ άλλων ας συμπράξουμε σε αυτό εξηγώντας σε όλους όσους μπορούμε, ότι η Ελλάδα έχει πολλά να δοκιμάσεις εκτός του πρωινού και δεν αξίζει μια και ήρθες να τα χάσεις.